BACKGROUND

Κυριακή 20 Μαρτίου 2011

Μανώλης Ρασούλης ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Μανώλης Ρασούλης Ο γκουρού, το Παλαιστινιακό και οι «Νταλίκες»

troktiko    Μανώλης Ρασούλης Ο γκουρού, το Παλαιστινιακό και οι «Νταλίκες» Στρατεύτηκε στην Αριστερά. Ασπάστηκε τη διδασκαλία του γκουρού Osho. Και αναµόρφωσε τον στίχο του ελληνικού τραγουδιού µια για πάντα. Εγραψε τη δική του σελίδα στη «ρωγµή του χρόνου» και στον νεώτερο πολιτισµό.
Ο Μανώλης Ρασούλης δεν πέθανε µόνος…
Ούτε είχε αποσυρθεί (µάλιστα ετοίµαζε πυρετωδώς δύο δίσκους, έναν µε παλιά και έναν µε ολοκαίνουργια τραγούδια). Πέθανε, ανήσυχος, µέχρι τέλους, ένα είδος παρεµβατικού διανοούµενου µε αγάπη στον Παντελή Πουλιόπουλο και τον Θεόφιλο Καΐρη, τον Ακη Πάνου (µάλιστα υπήρξε φίλος του και µάρτυρας υπεράσπισης στη δίκη της Ξάνθης για τον φόνο του συντρόφου της κόρης του) και τον Στέλιο Καζαντζίδη. Μα πάνω απ’ όλα µε δεκάδες φίλους σε όλη την Ελλάδα, την κόρη του Ναταλί, τον εννιάχρονο Πασχάλη (ένα παιδάκι από την Αλβανία, µε πρόβληµα στα νεφρά, που το υιοθέτησε οικονοµικά από το υστέρηµά του), τους φίλους του σε Ισραήλ και Παλαιστίνη.
∆εν πέθανε µόνος, όπως δήλωναν κάποιοι στα κανάλια. Απλώς οι φίλοι και η οικογένεια ήξεραν πως κάποτε αποµονώνεται και κλείνει το κινητό. Για όλους. Ή µονίµως «ήταν στο φευγιό», όπως έλεγε ο Πέτρος Βαγιόπουλος.
Από το Ισραήλ µέχρι τη ∆αύλεια Βοιωτίας. Κάποτε, εξαφανίστηκε στην Αυστραλία και έστειλε αργότερα κάρτα στον Γιώργο Κοντογιάννη.
Τα συνήθιζε αυτά. Ετσι δεν ανησύχησαν όλοι, όταν δεν έπαιρναν απάντηση τις πρώτες µέρες. Ή δεν είχαν νέα του. Μέχρι που κάποια στιγµή αντίκρυσαν την τραγική αλήθεια.
Ο Μανώλης Ρασούλης, µε όλες του τις παραξενιές που του καταλόγιζαν και µε τον δηµιουργικό εν τέλει οίστρο του, έφερε την αλλαγή στο τραγούδι, ανασαίνοντας µέσα στη «ρωγµή του χρόνου».
Και δεν φοβήθηκε τις ιδέες του. Γιός χρυσοχόου, από µικρός στρατεύεται στην Αριστερά µε ακούσµατα Καζαντζίδη, µαντινάδες και Θεοδωράκη της εποχής. Σπουδάζει σκηνοθεσία στην Σχολή Σταυράκου αλλά µπαίνει παράλληλα και στην περιπέτεια της γραφής. ∆ουλεύει στην εφηµερίδα «∆ηµοκρατική Αλλαγή», µαζί µε Λοΐζο, Φώντα Λάδη (ο Φώντας τον γνωρίζει στον Λοΐζο), Σαββόπουλο, Τόνια Μαρκετάκη, Βασίλη Ραφαηλίδη, Θόδωρο Αγγελόπουλο.
«Το 1964 µε πήγε οΜάνος Λοΐζος στην µπουάτ «Ταβάνια» (σαν γαλλικό µπουντουάρ θα την παροµοιάσει σε µετέπειτα συνεντεύξεις του) να πιάσω δουλειά ως τραγουδιστής αφού είχε φύγει ο Γιάννης Πουλόπουλος», θυµόταν.∆ούλευεεκεί τότε και ο Γιώργος Μαρίνος αλλά ο Ρασούλης δεν συνεργάζεται για πολύ καιρό. Στις 21 Απριλίου του ’67 συλλαµβάνεται, γνωρίζει για λίγο από µέσα τα κρατητήρια της οδού Μπουµπουλίνας και στη συνέχεια διαφεύγει στο εξωτερικό συµµετέχοντας στον αντιδικτατορικό αγώνα. Στο Λονδίνο συνεργάζεται µάλιστα µε τη Βανέσα Ρεντγκρέιβ σε παραστάσεις που ανεβαίνουν µε αγωνιστικό πλαίσιο και µε τροτσκιστικό πρόσηµο (η Ναταλί, η µονάκριβη κόρη του και τραγουδίστρια, ακούει στο όνοµα της γυναίκας του Τρότσκι). Μικρή παρένθεση: ο άγριος ξυλοδαρµός του απ’ τα CRS στο φλεγόµενο Παρίσι του Μάη του ’68.
Πρώτο τραγούδι του είναι το «Μες στη µικρή αγκάλη σου» σε µουσική Μάριου Στεφανόπουλου, το 1972, και µε αυτό ανοίγει η πόρτα τηςστιχουργικής. Στη Μεταπολίτευση εργάζεται στα ναυπηγεία Περάµατος, συµµετέχει σε απεργίες και συλλαµβάνεται (έτσι βρίσκεται και αντίδικος µε τον Νίκο Κωνσταντόπουλο στα δικαστήρια). Κάπου εκεί έρχεται ο Μάνος Λοΐζος µε τα «Νέγρικα» (1974) του Γιάννη Νεγρεπόντη, όπου ο Ρασούλης συµµετέχει ως τραγουδιστής µε τη Μαρία Φαραντούρη.
Ο Νίκος Μαµαγκάκης τού προτείνει και συµµετέχει στον δίσκο του σε ποίηση Πρεβελάκη «Ο Νέος Ερωτόκριτος» µαζί µε την Αφροδίτη Μάνου. Γράφει και τα τρία πρώτα του βιβλία: «Η µπαλάντα του Ισαάκ» (εδώ ο Ισαάκ µε τη βοήθεια δούλων σκοτώνει τον Αβραάµ σε µια ρασούλεια εκδοχή), «Μεγάλος ήρωας σε µικρή χαρτοσακούλα» και «Κβο Βάντις Στάτους Κβο».
Το ’77 η φωνή της πρόζας στην έξοχη Παράβαση (σε υπέροχη ερµηνεία του Νίκου Παπάζογλου) στουςκατάΣαββόπουλο «Αχαρνής», «ΟΑριστοφάνης που γύρισε απ’ τα θυµαράκια», είναι δική του. Εκείνη την περίοδο γνωρίζει τον τότε δηµοσιογράφο του «Βήµατος» και µετέπειτα πολύ στενό του φίλο Γιώργο Κοντογιάννη.
«Γνωριστήκαµε στις πρόβες απ’ τους «Αχαρνής» στο υπόγειο του «Ρήγα» στην Πλάκα. Μας γνώρισε ο Σαββόπουλος – ήθελε ο Ρασούλης να εκδώσει ένα περιοδικό _ και γίναµε φίλοι. Ακούγαµε το «Υπάρχω» του Καζαντζίδη µέσα στο αυτοκίνητο όλη την µέρα και εκείνοςλάτρευετον Πυθαγόρα. Αυτός µου τον έµαθε», θυµάται ο Κοντογιάννης.
Ο γενειοφόρος απ’ την Κρήτη – που ήξερε ήδη τον νέο συνθέτη Νίκο Ξυδάκη _ γράφει τα πρώτα του χατζιδακικού κλίµατος κοµµάτια και στη συνέχεια τρία τραγούδια που κάνουν εντύπωση (ανάµεσα τους το «Τρελή κι αδέσποτη»). Ο Σαββόπουλος µεσολαβεί για να γίνει δίσκος «Η εκδίκηση της γυφτιάς», η πρώτη δουλειά που ηχογραφήθηκε στο περίφηµο στούντιο «Αγροτικόν» του Παπάζογλου στην Θεσσαλονίκη («ακόµη και τα καλώδια έβαζε τότε ο Νίκος», έλεγε ο Μανώλης Ρασούλης).
Ο δίσκος έχει τη δική του περιπέτεια. Αρχικά µπουζούκι παίζει ο Νίκος Παπάς (ή Κακούργος) απ’ το ∆ίστοµο. ∆εν του αρέσει το κλίµα και εγκαταλείπει. «Πηγαίνουµε στα σκυλάδικα λοιπόν, µε τον Ρασούλη και ψάχνουµε µπουζουξή. Στη Λαγκαδά βρίσκουµε τον ∆ηµήτρη Γεωργόπουλο (πέθανε πρόσφατα), που έπαιξε στα υπόλοιπα κοµµάτια του δίσκου. Μέχρι να ηχογραφηθεί η «Γυφτιά», οι Ρασούλης – Ξυδάκης είχαν ήδη γράψει όλα τα κοµµάτια απ’ τα «∆ήθεν».
Πάντως ο δίσκος δεν πουλάει τίποτε αρχικά. Ο πολύς Αλέκος Πατσιφάς της Lyra είναι έξαλλος. Κάποιοι γράφουν πως «προάγει τα τσιφτετέλια και την Αραβία».
Προφανώςδεν συζητάει καθόλου το ενδεχόµενο και δεύτερου δίσκου µετά την αποτυχία του πρώτου. Ετσι τα κοµµάτια για «Τα ∆ήθεν» γράφονται από τρεις ορχήστρες και µε πηγαινέλα στο στούντιο Polysound (ηχολήπτης σε µερικά απ’ αυτά είναι και ο µετέπειτα ηθοποιός Αντώνης Καφετζόπουλος).Τότε όµως συνέβη κάτι µαγικό. «Η εκδίκηση της γυφτιάς» (µε εξώφυλλο Αλέξη Κυριτσόπουλου) κάνει το µεγάλο µπαµ. Και πουλάει τρελά. Σε µια άκρως πολιτικοποιηµένη εποχή, ο αιρετικός αυτός δίσκος υπήρξε µια διακριτική απάντηση σε αυτό το κλίµα. Η εξωστρέφεια του νεολαϊκού, που αποτελεί και την Καινή ∆ιαθήκη για το µεταγενέστερα λεγόµενο έντεχνο τραγούδι, οφείλεται στον 33χρονο τότε Ρασούλη.
«Πού χαθήκαν τα παιδιά»; ρωτάει ο Πατσιφάς τον Κοντογιάννη ενώ µετά τα «∆ήθεν» ο Ρασούλης γράφει τα «Τραγούδιατης Χαρούλας» µε τον παλιό του φίλο Μάνο Λοΐζο. «Τίποτα δεν πάει χαµένο στη χαµένη σου ζωή», «Ολα σε θυµίζουν». Με την υπογραφή µόνον του Μάνου Λοΐζου στο εξώφυλλο, διότι την τελευταία στιγµή µπήκαν, αίφνης, και τραγούδια του Πυθαγόρα όπως το «Τέλι, τέλι»…
Κάποιαστιγµήέρχεταικαι ησυνεργασίαΡασούλη- Νικολόπουλου στο Οι «κυβερνήσεις πέφτουνε, µα η αγάπη µένει» σε τραγούδια πάνω στη φωνή του ∆ηµήτρη Κοντογιάννη και συµµετοχή των Γιώργου Νταλάρα – Γλυκερίας.
Ακολουθεί «Παίξε Χρήστο επειγόντως»: οι «Νταλίκες» µένουν στην ιστορία σε ερµηνεία του Γιώργου Σαρρή, ενώ στην άκρη του εξωφύλλου δειλά δειλά κάνει την εµφάνισή του ο Θεσσαλονικιός Πασχάλης Τερζήςπουείχε ήδη συνεργαστεί µε το Χρήστο Νικολόπουλο σε µικρές εταιρείες όπως η Vasipap.
Ο Ρασούλης, µετά τον θρίαµβο µε το Χρήστο Νικολόπουλο (αλλά και µε τους θρυλικούς τσακωµούς τους) γράφει στίχους για τον νεαρόσυνθέτη – που ανακαλύπτειο ίδιος_ Πέτρο Βαγιόπουλο (8 δίσκους κάνουν συνολικά µέχρι το τέλος, όπως τον εµβληµατικό «Πότε Βούδας – πότε Κούδας») ενώ η τροµερή του µύτη εµπιστεύεται τους αδελφούς Κατσιµίχα και κάνει το 1985 την παραγωγή στα «Ζεστά ποτά» στην Columbia, που το γράφουν σε… γερµανικό νούµερο (µέσα στη νύχτα).
Ο Μανώλης Ρασούλης είχε πάντα µια τάση γιαφιλοσοφικές αναζητήσεις. Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του’80 µυείται στην κοσµοθεωρία του ινδού Μπαγκουάν Σρι Ραζνίς (γνωστού ως Osho) από την τότε σύντροφό του τότε Βάσω Αλαγιάννη (µαζί κάνουν πολλές επιτυχίες όπως το «Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ»).
Ο γκουρού, που πέθανε το 1990, είχε φτιάξει τότε το ησυχαστήριο Ασράµ στην Πούνα και το ’80 έχει ήδη 250.000 µαθητές παγκοσµίως µε την ιδιόρρυθµη διδασκαλία του – ένα κράµα Βούδα και Ηράκλειτου. Ο ίδιος φτιάχνει το κοινόβιο – πόλη Rajneeshpuram στην έρηµο του Ορεγκον, όπου το 1985 (χρονιά του δίσκου των ΜανώληΡασούλη- Ανδρέα Μικρούτσικου «Νά ‘µαστε πάλι εδώ Ανδρέα»!) διαλύεται, ο γκουρού διώκεται απ’ την κυβέρνηση Ρίγκαν και φτάνει στο Νεπάλ. Και από κεί, στις 16 Φεβρουαρίου 1986, βρίσκεταιστην Κρήτη _ ύστερα από παρέµβαση του Ρασούλη και της Τζένης Πίκα, πρώην µοντέλου και µυηµένης στην κοσµοθεωρία του.
Ο αµφιλεγόµενος γκουρού κάνει οµιλίες στο σπίτι του Νίκου Κούνδουρου στον Αγιο Νικόλαο και λόγω του πολέµου που κηρύσσει εναντίον του η επίσηµη Εκκλησία στις 5 Μαρτίου 50 αστυνοµικοί και η ΚΥΠ εισβάλλουν στη βίλα Κούνδουρου και τον συλλαµβάνουν. Μαζί του βρίσκεται και ο Ρασούλης, ο οποίος έχει πρωτοφέρει στην Ελλάδα τις οµιλίες του Οsho για τον Ηράκλειτο. Υστερα από πολλά χρόνια και έπειτα από κόντρες µε δισκογραφικές, γνωστούς καλλιτέχνες (όπως τον Γιώργο Νταλάρα) και ταξίδια, επιχειρεί µε διαρκή πηγαινέλα νασυµφιλιώσει πολιτισµικά ΙΣραηλινούς και Παλαιστίνιους. Σε µια καφετέρια του Τελ Αβίβ (σε µια άλλη, λίγο µετά, κοντεύει να σκοτωθεί από βόµβα της Χαµάς) ακούει να παίζουν ελληνικά τραγούδια, γνωρίζει κόσµο και κάποια στιγµή συναντάει τον δηµοφιλή ελληνοϊσραηλινό τραγουδιστή Γεχούδα Πόλικερ που συµπράττουν στον δίσκο «Χούµους Σάπιενς».
«Το χούµουςείναι µιαενωτική λέξη, αφού το τρώνε και οι Παλαιστίνιοι και οι Ισραηλινοί», λέει ο Ρασούλης που συνεχίζει τα ταξίδια του (τελευταίο ήταν για εκδήλωση της οµογένειας στο Σίδνεϊ), συνεχίζει να γράφει, να διαβάζει, µέχρι που ο θάνατος τον βρίσκει. Στη Θεσσαλονίκη.
Οχι µόνο του, αλλά µε τις σκέψεις και τις ανησυχίες ενός ασυµβίβαστου ανθρώπου που δηµιούργησε στη ρωγµή του χρόνου.
Δεν πέθανε µόνος. Απλώς οι φίλοι και η οικογένεια ήξεραν πως κάποτε αποµονώνεται και κλείνει το κινητό.
Για όλους.
Ή µονίµως «ήταν στο φευγιό»
Αναδημοσιευση Απο Νεα