(Οdio gli indifferenti) A. GRAMSCI...
Τον Φεβρουάριο του 1917 εκδίδεται η "Μελλοντική Πόλη" μέσα στην οποία βρίσκεται το κάτωθι κείμενο του Gramsci** ...(http://www.antoniogramsci.com/cittafutura.htm)
.....Mισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω όπως ο Φεντερίκο Χεμπελ, ότι το να ζείς σημαίνει και να εντάσσεσαι. Δεν γίνεται να περιφέρονται οι άντρες ως ξένοι στην πόλη. Όποιος ζει πραγματικά, δεν μπορεί να είναι πολίτης και να συμβιβάζεται χωρίς να εντάσσεται. Η αδιαφορία είναι αβουλία είναι παρασιτισμός είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Για αυτό μισώ τους αδιάφορους.
Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Είναι η μολύβδινη σφαίρα του νεωτεριστή, είναι η αδρανής ύλη μέσα στην οποία πνίγονται οι πιο λαμπροί ενθουσιασμοί, είναι το τέλμα που λειτουργεί σαν...
φράκτης της παλιάς πόλης και την προστατεύει καλύτερα και από τα πιο στιβαρά τείχη, καλύτερα από τα στήθη των πολεμιστών, γιατί καταπίνει στους λασπώδεις στροβίλους της τους πολιορκητές, και τους αποδεκατίζει και μερικές φορές τους αποθαρρύνει από μια ηρωική ανατροπή.
Η αδιαφορία δρά δυναμικά στην ιστορία. Δρά παθητικά, αλλά δρά. Είναι το μοιραίο. Είναι αυτό πάνω στο οποίο δεν μπορείς να βασιστείς. Είναι αυτό που αναταράσσει τα προγράμματα και φέρνει τα πάνω κάτω στα πιο δομημένα σχέδια. Είναι η κτηνώδης ύλη που επαναστατεί εναντίον της ευφυΐας και την πνίγει. Αυτό που συμβαίνει, το κακό που συνθλίβει τους πάντες, το πιθανό καλό που μια ηρωική πράξη (παγκόσμιας εμβέλειας) μπορεί να επιφέρει, δεν οφείλεται τόσο στην πρωτοβουλία των λίγων που εργάζονται και προσπαθούν, όσο στην αδιαφορία και στην απουσία των πολλών.
Αυτό που συμβαίνει δεν συμβαίνει τόσο επειδή μερικοί δεν θέλουν να συμβεί αλλά γιατί η μάζα των ανθρώπων παραιτείται της βούλησης, επιτρέπει να λειτουργείς τυχάρπαστα, αφήνει να συμμαζευτούν οι κόμποι που μετά μόνο το σπαθί θα μπορεί να κόψει, αφήνει να διαδίδονται οι νόμοι που μετά μια επανάσταση θα μπορεί να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία πολιτικοί άντρες που μόνο μια ανταρσία θα μπορεί να τους «ρίξει». Το μοιραίο που φέρεται να κυριαρχεί στην ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτή ακριβώς η επιφανής ψευδαίσθηση αυτής της αδιαφορίας, αυτής της απουσίας.
Γεγονότα εξελίσσονται στην σκιά, λίγα χέρια, μη ελεγχόμενα από κανέναν, υφαίνουν τον ιστό της κοινωνικής ζωής και η μάζα αγνοεί γιατί δεν ανησυχεί καν. Οι τύχες μιας εποχής χειραγωγούνται ανάλογα με τις οπτικές, με τους άμεσους στόχους, με τις προσωπικές φιλοδοξίες μικρών δραστήριων ομάδων και η μάζα των ανθρώπων αγνοεί γιατί δεν ανησυχεί καν. Αλλά τα γεγονότα που ωριμάζουν έρχονται και ανθίζουν. Αλλά ο ιστός που υφαίνεται στην σκιά ολοκληρώνεται. Και μόνο τότε φαίνεται ότι είναι η μοίρα που συντρίβει τους πάντες και τα πάντα, μόνο τότε φαίνεται ότι η ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια ηφαιστειακή έκρηξη, ένας σεισμός, από τον οποίο όλοι κλαίνε τα θύματα, και αυτοί που ήθελαν και αυτοί που δεν ήθελαν, και αυτοί που γνώριζαν και αυτοί που δεν γνώριζαν, και αυτοί που ήταν δραστήριοι αλλά και αυτοί που έμεναν αδιάφοροι. Και αυτοί οι τελευταίοι ενοχλούνται περισσότερο, θέλουν να απεμπλακούν από τις συνέπειες, θέλουν να κάνουν εμφανές ότι αυτοί δεν ήθελαν, ότι δεν ήταν υπεύθυνοι.
Μερικοί κλαψουρίζουν αξιολύπητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά δεν υπάρχει κανείς ή ελάχιστοι που να αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, είχα δώσει την συμβουλή μου θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;
Δεν υπάρχει Κανείς ή ελάχιστοι που να αναλάβουν την ευθύνη της αδιαφορίας τους, του σκεπτικισμού τους, της άρνησης της προσφοράς τους και της δραστηριοποίησης σε εκείνες τις ομάδες πολιτών που ακριβώς για να αποφύγουν αυτή την συμφορά, μάχονταν και που για να επιφέρουν αυτό το καλό πρόβαλαν και δεν κρύβονταν. Οι περισσότεροι από αυτούς δε, σε τελειωμένα γεγονότα, επιθυμούν να μιλούν για αποτυχία ιδεολογική, για προγράμματα που γκρεμίστηκαν και για άλλες «ανέσεις». Ξεκινούν έτσι και πάλι με απουσία από κάθε ανάληψη ευθύνης.
Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.
Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ’ αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ’ αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι’ αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους".
** Ο Αντόνιο Γκράμσι (Antonio Gramsci, Άλες Σαρδηνίας, 23 Ιανουαρίου 1891 — Ρώμη, 27 Απριλίου1937) ήταν Ιταλός συγγραφέας, πολιτικός και πολιτικός επιστήμονας.
Σπούδασε με υποτροφία που κέρδισε στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο. Εκεί, μυήθηκε στις σοσιαλιστικές ιδέες και στα 1913 έγινε μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Σε πολύ μικρό διάστημα αναδείχτηκε σε καθοδηγητικό στέλεχος. Το 1914 παίρνει το πτυχίο του και τον επόμενο χρόνο περνά στην σύνταξη της σοσιαλιστικής εφημερίδας του Τορίνο «Η Κραυγή του Λαού» και λίγο αργότερα στην σύνταξη του κεντρικού οργάνου του Σοσιαλιστικού Κόμματος «Εμπρός» και της «Νέας Τάξης».
Το 1920, καθοδηγεί την μεγάλη απεργία των εργατών για την υπεράσπιση των εργοστασιακών επιτροπών του Τορίνο και διατυπώνει το πολιτικό πρόγραμμα «Για την ανανέωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος». Στις 21 Ιανουαρίου 1921, ιδρύει το Κ.Κ. Ιταλίας.
.....Mισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω όπως ο Φεντερίκο Χεμπελ, ότι το να ζείς σημαίνει και να εντάσσεσαι. Δεν γίνεται να περιφέρονται οι άντρες ως ξένοι στην πόλη. Όποιος ζει πραγματικά, δεν μπορεί να είναι πολίτης και να συμβιβάζεται χωρίς να εντάσσεται. Η αδιαφορία είναι αβουλία είναι παρασιτισμός είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Για αυτό μισώ τους αδιάφορους.
Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Είναι η μολύβδινη σφαίρα του νεωτεριστή, είναι η αδρανής ύλη μέσα στην οποία πνίγονται οι πιο λαμπροί ενθουσιασμοί, είναι το τέλμα που λειτουργεί σαν...
φράκτης της παλιάς πόλης και την προστατεύει καλύτερα και από τα πιο στιβαρά τείχη, καλύτερα από τα στήθη των πολεμιστών, γιατί καταπίνει στους λασπώδεις στροβίλους της τους πολιορκητές, και τους αποδεκατίζει και μερικές φορές τους αποθαρρύνει από μια ηρωική ανατροπή.
Η αδιαφορία δρά δυναμικά στην ιστορία. Δρά παθητικά, αλλά δρά. Είναι το μοιραίο. Είναι αυτό πάνω στο οποίο δεν μπορείς να βασιστείς. Είναι αυτό που αναταράσσει τα προγράμματα και φέρνει τα πάνω κάτω στα πιο δομημένα σχέδια. Είναι η κτηνώδης ύλη που επαναστατεί εναντίον της ευφυΐας και την πνίγει. Αυτό που συμβαίνει, το κακό που συνθλίβει τους πάντες, το πιθανό καλό που μια ηρωική πράξη (παγκόσμιας εμβέλειας) μπορεί να επιφέρει, δεν οφείλεται τόσο στην πρωτοβουλία των λίγων που εργάζονται και προσπαθούν, όσο στην αδιαφορία και στην απουσία των πολλών.
Αυτό που συμβαίνει δεν συμβαίνει τόσο επειδή μερικοί δεν θέλουν να συμβεί αλλά γιατί η μάζα των ανθρώπων παραιτείται της βούλησης, επιτρέπει να λειτουργείς τυχάρπαστα, αφήνει να συμμαζευτούν οι κόμποι που μετά μόνο το σπαθί θα μπορεί να κόψει, αφήνει να διαδίδονται οι νόμοι που μετά μια επανάσταση θα μπορεί να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία πολιτικοί άντρες που μόνο μια ανταρσία θα μπορεί να τους «ρίξει». Το μοιραίο που φέρεται να κυριαρχεί στην ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτή ακριβώς η επιφανής ψευδαίσθηση αυτής της αδιαφορίας, αυτής της απουσίας.
Γεγονότα εξελίσσονται στην σκιά, λίγα χέρια, μη ελεγχόμενα από κανέναν, υφαίνουν τον ιστό της κοινωνικής ζωής και η μάζα αγνοεί γιατί δεν ανησυχεί καν. Οι τύχες μιας εποχής χειραγωγούνται ανάλογα με τις οπτικές, με τους άμεσους στόχους, με τις προσωπικές φιλοδοξίες μικρών δραστήριων ομάδων και η μάζα των ανθρώπων αγνοεί γιατί δεν ανησυχεί καν. Αλλά τα γεγονότα που ωριμάζουν έρχονται και ανθίζουν. Αλλά ο ιστός που υφαίνεται στην σκιά ολοκληρώνεται. Και μόνο τότε φαίνεται ότι είναι η μοίρα που συντρίβει τους πάντες και τα πάντα, μόνο τότε φαίνεται ότι η ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια ηφαιστειακή έκρηξη, ένας σεισμός, από τον οποίο όλοι κλαίνε τα θύματα, και αυτοί που ήθελαν και αυτοί που δεν ήθελαν, και αυτοί που γνώριζαν και αυτοί που δεν γνώριζαν, και αυτοί που ήταν δραστήριοι αλλά και αυτοί που έμεναν αδιάφοροι. Και αυτοί οι τελευταίοι ενοχλούνται περισσότερο, θέλουν να απεμπλακούν από τις συνέπειες, θέλουν να κάνουν εμφανές ότι αυτοί δεν ήθελαν, ότι δεν ήταν υπεύθυνοι.
Μερικοί κλαψουρίζουν αξιολύπητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά δεν υπάρχει κανείς ή ελάχιστοι που να αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, είχα δώσει την συμβουλή μου θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;
Δεν υπάρχει Κανείς ή ελάχιστοι που να αναλάβουν την ευθύνη της αδιαφορίας τους, του σκεπτικισμού τους, της άρνησης της προσφοράς τους και της δραστηριοποίησης σε εκείνες τις ομάδες πολιτών που ακριβώς για να αποφύγουν αυτή την συμφορά, μάχονταν και που για να επιφέρουν αυτό το καλό πρόβαλαν και δεν κρύβονταν. Οι περισσότεροι από αυτούς δε, σε τελειωμένα γεγονότα, επιθυμούν να μιλούν για αποτυχία ιδεολογική, για προγράμματα που γκρεμίστηκαν και για άλλες «ανέσεις». Ξεκινούν έτσι και πάλι με απουσία από κάθε ανάληψη ευθύνης.
Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.
Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ’ αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ’ αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι’ αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους".
** Ο Αντόνιο Γκράμσι (Antonio Gramsci, Άλες Σαρδηνίας, 23 Ιανουαρίου 1891 — Ρώμη, 27 Απριλίου1937) ήταν Ιταλός συγγραφέας, πολιτικός και πολιτικός επιστήμονας.
Σπούδασε με υποτροφία που κέρδισε στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο. Εκεί, μυήθηκε στις σοσιαλιστικές ιδέες και στα 1913 έγινε μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Σε πολύ μικρό διάστημα αναδείχτηκε σε καθοδηγητικό στέλεχος. Το 1914 παίρνει το πτυχίο του και τον επόμενο χρόνο περνά στην σύνταξη της σοσιαλιστικής εφημερίδας του Τορίνο «Η Κραυγή του Λαού» και λίγο αργότερα στην σύνταξη του κεντρικού οργάνου του Σοσιαλιστικού Κόμματος «Εμπρός» και της «Νέας Τάξης».
Το 1920, καθοδηγεί την μεγάλη απεργία των εργατών για την υπεράσπιση των εργοστασιακών επιτροπών του Τορίνο και διατυπώνει το πολιτικό πρόγραμμα «Για την ανανέωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος». Στις 21 Ιανουαρίου 1921, ιδρύει το Κ.Κ. Ιταλίας.