BACKGROUND

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΟΥΝΚΕΡ ΓΙΑ ΤΟ ''ΣΥΜΦΩΝΟ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ''

Αμφιβολίες ως προς την λειτουργικότητα του «Συμφώνου για το Eυρώ» στο οποίο συμφώνησαν την περασμένη Παρασκευή στις Βρυξέλλες οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ευρωζώνης διατύπωσε χθες το βράδυ ενώπιον της επιτροπής οικονομικών υποθέσεων της ευρωβουλής ο πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ...

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της ευρωβουλευτού του ΠΑΣΟΚ Άννυς Ποδηματά, ο Γιούνκερ τάχθηκε, σε γενικές γραμμές, υπέρ ενός φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, «όχι μόνο για λόγους ιδεολογικούς αλλά κυρίως για λόγους δικαιοσύνης απέναντι στους ευρωπαίους πολίτες».
«Τα όσα βλέπω να συμβαίνουν στον χρηματοπιστωτικό κόσμο με ενοχλούν. Πώς θα εξηγήσουμε στους ευρωπαίους πολίτες ότι την ίδια ώρα που έχουν ξοδευτεί τόσα χρήματα για την διάσωση των τραπεζών και φορέων του χρηματοπιστωτικού συστήματος, βλέπουμε οι ίδιοι αυτοί φορείς να εξακολουθούν να σωρεύουν υπέρογκα κέρδη, να "οργιάζουν" με τα bonus και να 'απομυζούν' το σύστημα;» σημείωσε ο πρόεδρος του Eurogroup.
Αναφερόμενος στο «Σύμφωνο για το Ευρώ» ο Γιουνκέρ δήλωσε ικανοποιημένος από το γεγονός ότι η ευρωζώνη βαδίζει με συνεκτικό τρόπο στη διατύπωση μιας συνολικής απάντησης στην κρίση, ωστόσο, σημείωσε πως σε προσωπική βάση, αμφιβάλλει ως προς το αν και κατά πόσο το Σύμφωνο αυτό θα αποδειχθεί λειτουργικό.
Ο Γιούνκερ αμφισβήτησε κυρίως το αν θα αποδειχθεί εφικτή η επίλυση των προβλημάτων των χωρών της ευρωζώνης από τους πρωθυπουργούς των κρατών της οι οποίοι, όπως προβλέπει το Σύμφωνο, θα συνέρχονται προς τον σκοπό αυτό μια φορά τον χρόνο στις Βρυξέλλες. Ακόμη, σημείωσε ότι στην τελική του μορφή το Σύμφωνο διαφέρει από τις αρχικές προτάσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας και κατέληξε λέγοντας ότι προστιθέμενη αξία του Συμφώνου θα κριθεί εν τέλει στην πράξη.
Τέλος ο Γιουνκέρ, σε ότι αφορά την Ελλάδα, τόνισε ότι «τα μέτρα ελάφρυνσης του άχθους από το χρέος έχουν συμφωνηθεί» ενώ «εξακολουθούν να υπάρχουν διαφωνίες ως προς τη μορφή και το περιεχόμενου του μόνιμου ευρωμηχανισμού τα οποία θα πρέπει να επιληφθούν ως τη σύνοδο κορυφής της 24ης Μαρτίου».